Τρίτη 20 Νοεμβρίου 2012

Πότε θα ασχοληθούμε με την τάξη μας;



Όπως έχουν αποδείξει τρία μνημόνια, κάμποσοι εφαρμοστικοί νόμοι και μεσοπρόθεσμα προγράμματα η ανάσα της χώρας, για τη διευκόλυνση της οποίας ψηφίζονται τα εκάστοτε μέτρα, αφαιρεί πολλαπλάσιες δικές μας. Το θέμα είναι με ποιο τρόπο γίνεται αυτό αντιληπτό καθώς η πρόσληψη του ερεθίσματος καθορίζει την ποιότητα της προκαλούμενης αντίδρασης. Σίγουρα δεν ανακαλύπτουμε νέα ήπειρο υποστηρίζοντας ότι τα συστημικά φερέφωνα (Μ.Μ.Ε.) χειραγωγούν την «ενημέρωση» έτσι ώστε ο τρόπος που αντιλαμβανόμαστε το πρόβλημα να αποτελεί και ο ίδιος μέρος του προβλήματος, να το μυστικοποιεί, να το καθιστά απρόσιτο και εν τέλει να αποτρέπει μη ενδεδειγμένες διαδρομές για την εξεύρεση λύσεων. Αυτό που επιδιώκουν είναι άλλωστε η αδράνεια μας, η συναίνεση σε δύσβατους μονόδρομους και πάνω από όλα η διοχέτευση των όποιων αντιδράσεων σε προεπιλεγμένα κανάλια. Σε αυτό το πλαίσιο, όπως έχουμε αναφερθεί στο παρελθόν, οδηγούμαστε στη βολική δαιμονοποίηση των δανειστών ως εξολοκλήρου υπεύθυνων για «τα δεινά της χώρας». Η πεποίθηση πως η ζωή μας εξαρτάται από πανίσχυρα κέντρα εξουσίας του εξωτερικού κάνει κάθε «τοπική» αντίσταση να μοιάζει μάταιη, διευκολύνοντας έτσι τη μοιρολατρική αποδοχή των εκάστοτε μονόδρομων. Ειδικά όταν οι προτεινόμενες μεταρρυθμίσεις αφορούν εργασιακά θέματα καθιστώντας ξεκάθαρο ποιοι θα ευνοηθούν από την εφαρμογή τους.

Καμιά φορά όμως ορισμένες λιγότερο βολικές αλήθειες κάνουν την εμφάνιση τους στο ειδησεογραφικό προσκήνιο. Είτε λόγω ανταγωνισμών στο κυριαρχικό στρατόπεδο και ιδιοτέλειας των κάθε λογής «αξιωματικών» του, είτε λόγω ανταγωνισμού των μέσων, ακόμα και για την πρόσκαιρη καταπράυνση των αντιδράσεων πριν η «είδηση» θαφτεί από τη ροή της κανονικής πληροφόρησης. Κάπως έτσι μετά τη ψήφιση του δεύτερου μνημονίου, ο τότε υπουργός οικονομικών και νυν πρόεδρος του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Ευ. Βενιζέλος «αποκάλυψε» ότι ελληνικοί επιχειρηματικοί κύκλοι τροφοδοτούσαν την τρόικα με δεδομένα και απαιτήσεις. Ούτε οργισμένοι τίτλοι για εθνικές μειοδοσίες, ούτε «πίσσα και πούπουλα» και άλλες τέτοιες γραφικότατες. Από το επόμενο λεπτό, σαν να μη συνέβη τίποτα, η μηντιακή πολιτική ανάλυση είχε προσανατολιστεί στους εκβιασμούς των δανειστών και φυσικά το πρόβλημά μας δεν είναι η ποιότητα της πληροφόρησης, αλλά η, δυστυχώς, καθοριστική επιρροή της στην ανάλυση καταστάσεων και στη διαμόρφωση συνειδήσεων.    
Αντιστοίχως  στις πρόσφατες και θεαματικότερες διαπραγματεύσεις οι «εξωπραγματικές απαιτήσεις της τρόικας στα εργασιακά», όπως τις χαρακτήρισε ο «αριστερός Καρατζαφέρης», αποδόθηκαν σε προσπάθεια του εκπροσώπου του Δ.Ν.Τ. να τορπιλίσει τη διαφαινόμενη συμφωνία. Κατά τους επαΐοντες, η συμπεριφορά αυτή εντασσόταν στην προσπάθεια του Ταμείου να ισχυροποιήσει τη θέση του στις παρασκηνιακές διαφωνίες με την Ε.Ε. για τη συνολική διαχείριση του ελληνικού χρέους. Οι διαφωνίες αυτές όμως είναι πολύ σημαντικές για την παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία  για να εκφράζονται μέσα από το ύψος των αποζημιώσεων απόλυσης (!!). Το μόνο σίγουρο είναι πως και αυτή τη φορά τα ελληνικά αφεντικά έκαναν το χρέος τους προς την τάξη τους. Όπως δημοσιεύτηκε διακριτικά στην εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ», ενώ διεξάγονταν οι διαπραγματεύσεις η Ένωση Κλωστοϋφαντουργών απέστειλε επιστολή στον υπουργό εργασίας Κο Βρούτση, με την οποία αιτούνταν την αποδοχή των προτεινόμενων μεταρρυθμίσεων στα εργασιακά από την ελληνική κυβέρνηση. Εντελώς συμπτωματικά οι προτάσεις της τρόικας ήταν ευεργετικές για τις επιχειρήσεις των Ελλήνων κλωστοϋφαντουργών και εικάζουμε (κακόβουλα λόγω του χαρακτήρα μας) πως κάτι τέτοιο ίσχυε και ισχύει για τις περισσότερες ελληνικές επιχειρήσεις.
Απλά υπενθυμίζουμε, τώρα που η δημόσια συζήτηση στρέφεται (όχι από μόνη της) στη «δοσολογία», ότι οι μεταρρυθμίσεις αναστέλλουν την επέκταση των συμβάσεων σε εργοδότες που δεν εκπροσωπούνται στις όποιες διαπραγματεύσεις, καταργούν ουσιαστικά την επιθεώρηση εργασίας (Σ.ΕΠ.Ε.), παγώνουν κάθε μισθολογική ωρίμανση  και διευκολύνουν (ακόμα περισσότερο) τις απολύσεις με τη μεγάλη  μείωση των αποζημιώσεων  για τους εργαζόμενους με πολλά χρόνια εργασίας στον ίδιο εργοδότη. Με άλλα λόγια πλήρης απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων ή έστω ένα μεγάλο βήμα προς την επίτευξη του φαντασιακού απωθημένου των αφεντικών, δηλαδή της απόλυτης αποχαλίνωσης της μισάνθρωπης φιλαργυρίας τους. Δεν εκπλαγήκαμε λοιπόν που ο Κος Βρούτσης, στην αγόρευση του υπέρ του νομοσχεδίου, μίλησε στοργικά για τα βάσανα των κλωστοϋφαντουργών προκειμένου να δικαιολογήσει την υποβάθμιση του Σ.ΕΠ.Ε., αυτού του διαβολικού οργάνου που γνωμοδοτούσε υπέρ της μισθολογικής κατοχύρωσης των εργαζόμενων βάσει των συμβάσεων. Άλλωστε, όπως διακήρυξε ο υπουργός, οι ρυθμίσεις για τα εργασιακά αποκαθιστούν χρόνιες στρεβλώσεις στην αγορά εργασίας, όπως η απροθυμία των εργατών να συμπιέζουν την τιμή πώλησης της εργατικής τους δύναμης.
Αναμένουμε πλέον τη διάλυση παραδοσιακών εργοδοτικών ενώσεων, όχι υπό την πίεση των εργατικών αντιδράσεων δυστυχώς, αλλά γιατί έτσι οι εργοδότες δεν θα δεσμεύονται από κανένα συλλογικό κανονιστικό πλαίσιο. Στον κλάδο του βιβλίου, που οι εργοδότες ως άνθρωποι του πνεύματος είναι πρωτοπόροι, όχι μόνο έχουν εφαρμοστεί όλες οι ρυθμίσεις για τα εργασιακά, αλλά τα «μεγάλα κεφάλια» έχουν ήδη αποχωρήσει από την εργοδοτική ομοσπονδία, από την εποχή που η εξέλιξη αυτή ήταν ακόμα απειλητικό ενδεχόμενο για μας, ώστε  να μην δεσμεύονται από καμία ενδεχόμενη διαπραγμάτευση. Το νέο μαγαζάκι τους (ΕΝ.ΕΛ.ΒΙ.)  επιδιώκει μόνο «την προώθηση του πολιτισμού», δηλαδή την ωφέλειά του από  χρηματοδοτικά προγράμματα με τη γνωστή ευαισθησία για την πολιτισμική ανάδυση της χώρας. Η ευαισθησία των αφεντικών όμως είναι ακόμα καθαρότερη στην επιστολή της ‘Ένωσης Κλωστοϋφαντουργών που προαναφέραμε. Σε αυτήν γίνεται ειδική μνεία στη βοήθεια που θα προσφέρει στις επιχειρήσεις η μείωση των αποζημιώσεων, καθιστώντας εφικτή την αντικατάσταση «παλιών εργαζομένων» με πολλές τριετίες από νέους απείρως φθηνότερους, ώστε να μειωθεί και η εκρηκτική ανεργία των νέων.
Είναι συγκινητικό το ενδιαφέρον για την ανεργία των νέων είναι όμως γνωστές και οι ευεργετικές επιδράσεις του «διαίρει και βασίλευε». Το να στραφούν οι νέοι άνεργοι ενάντια στη διατήρηση ρυθμίσεων που προστατεύουν τη σταθερή εργασία είναι πάντα ζητούμενο για μια αγορά εργασίας χωρίς στρεβλώσεις και βασική επιδίωξη της ρητορείας για βολεμένους εργαζόμενους. Και φυσικά αποτελεί βασική προϋπόθεση του προωθούμενου κοινωνικού δαρβινισμού όπου μόνο οι πλέον ευπροσάρμοστοι θα επιβιώνουν. Όπως φαίνεται λοιπόν οι επιδιώξεις των δανειστών δεν εκβάλλουν απλώς στην καθημερινότητα μας μέσω της υιοθέτησης τους από την κυβερνητική πλειοψηφία. Συναντιούνται και συνταιριάζονται με χρόνιες διεκδικήσεις των «δικών μας» αφεντικών, όπως αυτές εκφράζονται σε διάφορα  fora  για την επιχειρηματικότητα και σε συναντήσεις με εμπορικούς ακόλουθους άλλων χωρών.