Το βιβλιοπωλείο Ιανός εκτός από την έκδοση και πώληση βιβλίων στην οποία δραστηριοποιείται, πρωτοστατεί και στην προβολή και προώθηση του «πολιτισμού». Η διάδοση του πολιτισμού, όπως ο Ιανός μόνο τον ξέρει, επιτυγχάνεται μέσω των πολυδιαφημιζόμενων και φωταγωγημένων εκδηλώσεών του στις οποίες «σημαντικά» πρόσωπα της επικαιρότητας και του πνεύματος καταθέτουν τη σκέψη τους (και πουλάνε τα βιβλία τους για να μην ξεχνιόμαστε). Είναι δε τέτοια η πολιτισμική προσφορά των εκδηλώσεων που προωθούνται ακόμα από τον ραδιοφωνικό σταθμό «στο κόκκινο».
Έχοντας αναλάβει αυτό το «μοναδικό» έργο ως αλυσίδα πολιτισμού δεν θα μπορούσαμε να μην αναφερθούμε σε κάποιους από τους κρίκους αυτής της σκουριασμένης αλυσίδας.
Η τελευταία εκδήλωση αφορά τον δημοσιογράφο Π. Τσίμα, ο οποίος επηρεασμένος από το κλίμα των καιρών της κρίσης και εξ’ αιτίας του σουξέ αυτής, αποφάσισε να γράψει ένα βιβλίο και να συνδυάσει, το τερπνόν μετά του ωφελίμου αφού το θέμα είναι πλέον ζήτημα για τον καθένα και μια καινούργια δεξαμενή αναγνωστών – καταναλωτών έχει δημιουργηθεί.
Αποποιούμενος των ευθυνών του και σαν να μην έχει παίξει τον παραμικρό ρόλο σε αυτήν την θεατρική παράνοια, ο δημοσιογράφος από το βήμα του Ιανού αλλά και με τις ευλογίες του, καταθέτει «το οδοιπορικό ενός αδαούς ρεπόρτερ στον γαλαξία της κρίσης» (όπως ο ίδιος χαρακτηρίζει τον εαυτό του).
Λίγους κρίκους πιο πριν βρίσκεται άλλη μία εκδήλωση - παρουσίαση βιβλίου του Κωνσταντίνου Κωνσταντόπουλου κατά την οποία έγινε και παρέμβαση από κάποιες και κάποιους ενάντια στις μάτσο συμπεριφορές και τον σεξισμό. Ο ίδιος έθεσε πολλά ζητήματα για την τέχνη στο κοινό αλλά κανένα στον εαυτό του και στους ομοίους του όταν τον περασμένο Ιούλιο χτύπησε, έβρισε μια κοπέλα και προκάλεσε υλικές ζημιές στο διαμέρισμα της που έτυχε να βρίσκεται ακριβώς πάνω από το θέατρό του.
Αντιλαμβανόμενοι τα παραπάνω, βιώνοντας την πραγματικότητα ως πεδίο μάχης και έχοντας ξεκάθαρα επιλέξει στρατόπεδο μαχόμενοι τους ορατούς εχθρούς, είναι προφανές ότι υπάρχουν και άλλου είδους «αόρατοι» εχθροί, συστεγασμένοι όλοι στο ίδιο «μαγαζί». Τα πραγματικά χαρακτηριστικά αυτής της ομάδας ανθρώπων-στην προκειμένη των δημοσιογράφων και καλλιτεχνών- πολλές φορές δεν είναι εμφανή, εφόσον οτιδήποτε γι αυτούς είναι επιτέλεση ρόλων. Ασπάζονται την κουλτούρα της «αριστερής μπάντας» ή οτιδήποτε λίγο πιο πέρα από την «κακιά δεξιά» θεωρώντας πως αυτό από μόνο του αποτελεί επανάσταση.
Με την ασπίδα του πρότερου «έντιμου βίου» του ο ένας (αφού υπήρξε αρθρογράφος σε ένα άλλο «πολιτικό μαγαζί») παίρνει καθημερινά τη θέση του, σαν καλό αριστερό δεκανίκι του συστήματος, στα καθημερινά παράθυρα της μπόχας και του φασισμού δίπλα σε Τρέμη, Πρετεντέρη και Καψή. Όχι δεν το κάνει για τα λεφτά και ας λοιδορούν κάποιοι πως «το πάθος για το χρήμα σε κάνει Παύλο Τσίμα»!!!
Με την ασπίδα της τέχνης ο έτερος, να δίνει συνεντεύξεις δεξιά και αριστερά δηλώνοντας την κοινωνική του ευαισθησία ή να προτάσσει την «αγάπη» του για το γυναικείο φύλο, προφανώς καλυπτόμενος πίσω από την «τραγική» του καλλιτεχνική ταυτότητα και το δημόσιο προσωπείο του, δεν διστάζει να χρησιμοποιήσει τη βία για την επίλυση απλών καθημερινών διενέξεων -πάντοτε βέβαια εκτός σκηνής και κάμερας. Θα προσπερνούσαμε ως γελοία την αντίφαση του μάτσο – μπουκαδόρου που βρίθει ευαισθησίας και τρυφερότητας πάνω στη σκηνή αν δεν μας εξόργιζε τόσο...
Τέτοια υποκείμενα ντύνονται το προσωπείο τους, συναντώνται σε χώρους εναλλακτικούς και πλέκουν ο ένας για τον άλλον το εγκώμιο της ματαιοδοξίας τους, παρουσιάζοντας - προωθώντας τα τελευταία τους έργα - προϊόντα στο κοινό. Παρεμπιπτόντως επιστρατεύονται και άλλα μέσα όπως το ραδιόφωνο, μοιράζοντας προσκλήσεις, για να αποκτήσει πρόσβαση μέχρι και ο πιο απλός άνθρωπος ο οποίος δεν τυγχάνει κάποιου ιδιαίτερου «προσόντος», δημιουργώντας την εντύπωση ότι όποιος το θελήσει, μπορεί να παρευρίσκεται σε αυτές τις μαζώξεις και να αγοράζει λίγο από το περίσσιο ήθος τους.