"Το κίνημα των indignados στην Βαρκελώνη είναι πολύπλοκο και αντιφατικό. Ενώ οι πρακτικές του σε αρκετές περιπτώσεις προκαλούν σοβαρά προβλήματα στην ομαλή λειτουργία του συστήματος εκμετάλλευσης και εξουσίας , ο λόγος του εμφανίζεται αδύναμος, φοβισμένος, πασιφιστικός, γεμάτος μικροαστικές μιζέριες και φοβίες.
Πρακτική με ριζοσπαστικό προσανατολισμό θεωρώ την ανυπακοή στο διάταγμα της κεντρικής εκλογικής επιτροπής, το σαββατοκύριακο των δημοτικών εκλογών του Μάη, που δήλωνε ότι η κατάληψη της πλατείας είναι παράνομη. Πρακτική επίσης με ριζοσπαστικό προσανατολισμό ήταν ή αντίσταση στην απόπειρα εκκένωσης της πλατείας στις 27μάη , αντίσταση κατά βάση ειρηνική αλλά και με επιθετικές χειρονομίες σε αρκετές περιπτώσεις.
Το πρόβλημα είναι ότι υπάρχουν αρκετές στιγμές στις οποίες κερδίζουν οι πιο φοβισμένες και νομοταγείς συμπεριφορές. Π.χ. την ημέρα των πανηγυρισμών για την κατάκτηση του κυπέλλου από την ποδοσφαιρική ομάδα της Βαρκελώνης, υπήρχε ένας διάχυτος φόβος ότι η αστυνομία θα αξιοποιούσε το χάος και τα πιθανά επεισόδια για να εισβάλει ξανά στην πλατεία. Αποτέλεσμα αυτό το φόβου ήταν η δημιουργία ενός ανθρώπινου τείχος περιφρούρησης με εκατοντάδες χαρτονάκια στα χέρια που έλεγαν “όχι στην βία” , “ειρηνική αντίσταση” “ζήτω η δύναμη της μη βίας”. Ενώ δηλαδή η άγρια νεολαία της Βαρκελώνης προκαλούσε τους μπάτσους και συγκρουόταν μαζί τους (δραματικά ανοργάνωτη και με 112 συλλήψεις στο τέλος) οι “ιντιγνάδος” κραυγάζανε ότι είναι ειρηνιστές και ότι καμία σχέση δεν έχουν με τη βία. Το αποκορύφωμα της πολιτικής και ηθικής κατάπτωσης ήταν τα παλαμάκια όταν οι μπάτσοι καταδίωκαν τους άγριους νεολαίους μακριά από του χώρο της πλατείας.
Μετά από αυτά τα γεγονότα, άρχισε να συζητιέται ο αποκλεισμός του κοινοβουλίου για τις 14/15 Ιούνη, τις ημέρες ψήφισης των περικοπών σε υγεία, κοινωνική πρόνοια κτλ. Βγήκε μια αφίσα με αξιοσημείωτα επιθετικό λόγο. Ενώ όμως το γεγονός πλησίαζε, άρχισε να αναδύεται ο προβληματισμός ότι ένας τέτοιος αποκλεισμός δεν είναι ακριβώς αυτό που λέμε “ειρηνική ενέργεια”. Το να εμποδίσεις την είσοδο και την έξοδο στις λιμουζίνες μύριζε χάος και καταστάσεις ανεξέλεγκτες. Έτσι οι ηγετίσκοι της όλης ιστορίας άρχισαν τις αμέσως προηγούμενες μέρες του αποκλεισμού να υποβαθμίζουν την κινητοποίηση και να μιλάνε για ένα “ανθρώπινο ειρηνικό κορδόνι” γύρω από το πάρκο (μέσα στο οποίο βρίσκεται η βουλή)
Το βράδυ της 14 Ιούνη μερικές χιλιάδες κόσμου συγκεντρωθήκαμε έξω από τις πόρτες του πάρκου. Δεν ήμασταν πολλοί, 3.000 άτομα διαμοιρασμένα σε διαφορετικά σημεία. Τα τεράστια πλήθη που περίμεναν αρκετοί δεν είχαν έρθει. Η αμφιβολία πλανιόταν στον αέρα. Ο κόσμος ήταν έξω από τις κλειστές πόρτες του πάρκου ενώ οι μπάτσοι ήταν από μέσα. Εκείνη την στιγμή έγινε μια σημαντική κίνηση: ο κόσμος άρχιζε να φράζει με κάδους και άλλα υλικά τις εισόδους του πάρκου, αρκετοί με μαντήλια στα πρόσωπα. Κάποιοι διαμαρτυρήθηκαν γιατί ή κίνηση δεν ήταν αρκετά “ειρηνική” . Όμως η διάθεση να γίνει ένας πραγματικός και όχι συμβολικός αποκλεισμός κυριάρχησε, και σε λίγη ώρα , όλες οι είσοδοι του πάρκου, εκτός από μια, είχαν γίνει αδιαπέραστες,
Ξημέρωσε 15 ιούνη. Υπήρξες κάποιες ροπαλιές από τη πλευρά των μπάτσων χωρίς το πράγμα να πάρει έκταση. Οι μπάτσοι πήραν τον έλεγχο της μιας εισόδου που είχε μείνει χωρίς οδόφραγμα και άρχισαν να φέρνουν βανάκια με βουλευτές. Κάποιοι άλλοι βουλευτές προτίμησαν να διασχίζουν το πλήθος με τα πόδια, προστατευόμενοι από μπάτσους και μπράβους. Το αποτέλεσμα ήταν γιουχαΐσματα, αυγά, άντε και κανά σπρωξίδι, στους βουλευτές όλων ανεξαιρέτως των κομμάτων. Τα μεγάλα ονόματα μπήκαν με ελικόπτερα. Γενικά δηλαδή δημιουργήθηκε μια κατάσταση που, τουλάχιστον για τα καταλανικά δεδομένα, ήταν αρκετά εξευτελιστική για τους θεσμούς της Δημοκρατίας.
Όταν μπήκαν όλοι οι βουλευτές οι μπάτσοι πήγαν να αποσυρθούν. Όπως συνήθως γίνεται εδώ πέρα , η οπισθοχώρηση τους μετατράπηκε σε επίθεση ενός σημαντικού κομματιού του κόσμου εναντίον τους (δηλαδή του κόσμου που ποτέ δεν ήταν ξεκάθαρα υπερ της ειρηνικής αντίστασης). Η επίθεση κράτησε ένα λεπτό , δεν ήταν κάτι το φοβερό, μιας και δεν υπήρχαν πολλά υλικά, αλλά προκάλεσε ρίγη τρόμου στους διοργανωτές μας.
Από εκείνη τη στιγμή, τα ΜΜΕ, άρχισαν να χύνουν δηλητήριο. Η υποστήριξη που παρείχαν τις προηγούμενες βδομάδες εξαφανίστηκε. Το κίνημα είχε φτιαχτεί εν μέρει μέσα στη στοργική αγκαλιά των ΜΜΕ που εξήραν τον ειρηνικό και πολιτισμένο χαρακτήρα του. Η μεταστροφή λοιπόν των δημοσιογράφων βιώθηκε σαν απόλυτη καταστροφή από του ηγέτες αλλά και από το μεγαλύτερο κομμάτι του πλήθους (εννοείτε ότι όλοι ήταν ενήμεροι για αυτά που μεταδιδόντουσαν στα κανάλια). Ο κόσμος άρχισε να μειώνεται και , μετά από μια έκτακτη ανοιχτή συνέλευση, στην όποια η προβοκατολογία, η υστερία κόντρα στου “βίαιους”, και η πολιτική ηλιθιότητα συναγωνιζόντουσαν η μια την άλλη, αποφασίστηκε η αποχώρηση και η λήξη του αποκλεισμού.
Τα μέλη της “επιτροπής επικοινωνίας” (με τα ΜΜΕ) έβγαλαν την άλλη μέρα μια κατάπτυστη ανακοίνωση, στην οποία διαχωριζόντουσαν πλήρως όχι μόνο από την επίθεση εναντίον των μπάτσων αλλά και από το βρισίδι και το σπρωξίδι εναντίον των πολιτικών. Χωρίς καμία αναφορά στους 7 συλληφθέντες που είχαμε στην διάρκεια της κινητοποίησης και φτάνοντας στο σημείο να ζητάνε περίπου συγγνώμη. Οργάνωσαν μια συνέντευξη τύπου όπου διάβασαν ένα δεύτερο κείμενο , λιγότερο τραγικό από το πρώτο, αλλά πάντως αρκετά θλιβερό. Το σημαντικό είναι ότι αυτά τα κείμενα δεν πέρασαν από καμία συνέλευση. Οι θιασώτες της άμεσης δημοκρατίες μετατράπηκαν σε θιασώτες της άμεσης ιεραρχίας μόλις σφίξαν τα πράγματα.Το δηλητήριο των ΜΜΕ και οι διαμαρτυρίες/απειλές των όλων των κομμάτων συνεχίστηκαν για μερικές μέρες. Στη διάρκεια αυτών των ημερών οι εκπρόσωποι των ιντιγναδος δεν έχαναν ευκαιρία να διαχωρίζονται μετά μανίας από “κάθε εκδήλωση βίας”. Όταν πια ο αυτοεξευτελισμός είχε ολοκληρωθεί τα ΜΜΕ ξανάρχισαν να γίνονται φιλικά.
Έτσι λοιπόν, η διαδήλωση της 22 του Ιούνη έφτασε να είναι μια από τις πιο μαζικές που έχουν γίνει στη Βαρκελώνη της τελευταίες δεκαετίες, 100000 με 200000 κόσμου. Τί έπαιξε ρόλο στην επιτυχία της; Πολλά πράγματα. Λίγο ο διακηρυγμένα ειρηνικός και πολιτισμένος χαρακτήρας της ,λίγο η υποστήριξη των ΜΜΕ, λίγο ίσως η δυσφορία του κόσμου για τις υπερβολικές και παιδιάστικες διαμαρτυρίες των πολιτικών για τα λερωμένα τους σακάκια (περιέργως τα πετρίδια κατά των μπάτσων δεν προβλήθηκαν τόσο από τα ΜΜΕ) και βέβαια η οργή για τις διαρκώς εντεινόμενες καπιταλιστικές λεηλασίες, ένα σύνολο δηλαδή διαφορετικών και αντιφατικών στοιχείων, οδήγησαν την κινητοποίηση σε επιτυχία.
Δυστυχώς, αυτό έχει σαν αρνητική συνέπεια, η ηγεσία του κινήματος να νιώθει πιο νομιμοποιημένη από ποτέ και να συνεχίζει τα βρώμικα παιχνίδια της. Να σημειώσουμε ότι βασικά επρόκειτο για αριστεριστές της κακιάς ώρας. Δηλαδή για άτομα που δεν λένε το παραμικρό που θα μπορούσε να θυμίσει την έννοια της σύγκρουσης. Ο πασιφισμός τους δεν εμφανίζεται σαν μια στρατηγική επιλογή όπως, ας πούμε, γίνεται με τον ελληνικό αριστερισμό (που λέει ότι πρώτα να πάρουμε τις μάζες μαζί μας, και μετά, βεβαίως, η μαζική βία είναι στο πρόγραμμα). Ο ειρηνισμός των οργανώσεων “La Lliuta” , “Revolta Global” είναι συστατικός του πολιτικού τους προγράμματος, πιστεύουν δηλαδή στην ειρηνική αλλαγή της κοινωνίας! Προσωπικά θα τους αποκαλούσα “μετα-αριστεριστές”
Για να το μαζεύω σιγά σιγά, η ιστορία έχει αποκτήσει πλέον ξεκάθαρα ιεραρχημένα χαρακτηριστικά. Αυτό δεν οφείλεται μόνο στις μανούβρες των (μετα)αριστεριστών αλλά και στις διαθέσεις του πλήθους, που εμφανίζονται φοβισμένες , χωρίς αυτοπεποίθηση και ταξική συνείδηση.
Πάντως, στις συνοικίες της Βαρκελώνης άρχισαν να λειτουργούν συνελεύσεις που βασικά αναπαράγουν τον ρεφορμιστικό/ειρηνιστικό λόγο αλλά σε κάθε περίπτωση είναι αυτοοργανωμένες (προς το παρών τουλάχιστον) και εγκυμονούν σημαντικές δυνατότητες.
Ο αναρχικός αντιεξουσιαστικός χώρος γενικά τα έχει χαμένα, και δεν έχει καταφέρει να παρέμβει αποτελεσματικά. Γίνονται κάποιες προσπάθειες αλλά είναι αρκετά δύσκολο, γιατί το κλίμα είναι τόσο διαολεμένα εναντίον κάθε συγκρουσιακής αναφοράς που στο τέλος αναρωτιέσαι αν αξίζει τον κόπο.
Πάντως την προσπάθεια θα την κάνουμε. Φαίνεται ότι η πιο τραγική διάσταση της παρούσας καπιταλιστικής κρίσης είναι ότι έφερε στην επιφάνεια την αποσύνθεση των συνειδήσεων και την αδυναμία κοινωνικής άρθρωσης ενός πραγματικά ανταγωνιστικού λόγου."